Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2016


ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ

Ξετυλίγοντας το νήμα των παραδοσιακών επαγγελμάτων και ασχολιών, θα βρεθούμε σ’ ένα κόσμο μακρινό, ξεχασμένο στο παρελθόν, όπου θα διαπιστώσουμε τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν τότε οι άνθρωποι χωρίς τα μέσα που διαθέτουμε εμείς σήμερα αλλά παράλληλα θα θαυμάσουμε κιόλας την επινοητικότητά τους ώστε να μπορέσουν να εκμεταλλευτούν αυτά που τους έδινε η φύση καθώς επίσης και τις φυσικές ενέργειες (νερό, άνεμο, βιομάζα) Η παλιότερη εποχή δεν θα εμφανισθεί σαν ιδανική ούτε πρόκειται ποτέ να αρνηθούμε τα καλά της σημερινής Τεχνολογίας για να ξαναγυρίσουμε στα παραδοσιακά εργαλεία, στο νερόμυλο, στο τζάκι και στο αλέτρι. Όμως μπορούμε να βρούμε πολλά θετικά σ’ εκείνη την εποχή. Η ανάγκη οδηγούσε τότε τους ανθρώπους να σκέφτονται και να επινοούν. Σήμερα μπορούμε εύκολα να βρούμε ό,τι θέλουμε και να φτιάξουμε χωρίς κόπο όποια κατασκευή θέλουμε και γι’ αυτό δεν είναι απαραίτητο να επινοήσουμε λύσεις. Αυτό όμως δεν είναι πάντα θετικό. Γιατί μπορεί εκτός από την άνεσή μας, να μας φέρει και την αδιαφορία. Μέσα λοιπόν από τις παραδοσιακές ασχολίες και τα επαγγέλματα των κατοίκων του χωριού, μπορούμε να βρούμε κάποιες λύσεις και απαντήσεις σε σημερινά ερωτήματα. Μπορούμε να πάρουμε ό,τι θετικό απόκτησαν εκείνοι και να το προσαρμόσουμε στα σημερινά δεδομένα ώστε να υπάρξει καλύτερη πρόοδος. Γιατί πρόοδος σημαίνει να εκμεταλλευόμαστε την εμπειρία των παλιότερων και να προχωράμε ακόμα πιο μπροστά. Σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει να αρνηθούμε τους παλιότερους.

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΠΟΥ
ΣΧΕΔΟΝ ΕΧΟΥΝ ΕΚΛΕΙΨΕΙ

Γεωργός –Ελαιοπαραγωγός – Ραβδιστής – Μαζωχτής - Κλαδευτής

Η σειρά των εργασιών του εξαρτάται και σήμερα από τον κύκλο των εποχών. Ο Γεωργός οργώνει τη γη στις αρχές του φθινοπώρου, όταν το χώμα μαλακώνει από τις πρώτες βροχές, και σπέρνει το σπόρο του προϊόντος που επιθυμεί. Άλλοτε χρησιμοποιούσε το ξύλινο αλέτρι με το σιδερένιο υνί και έριχνε το σπόρο με τα χέρια του, φορώντας στη μέση του μια μεγάλη υφασμάτινη ποδιά. Όλο το χρόνο φρόντιζε το χωράφι του, το ξεβοτάνιζε, το σκάλιζε και το πότιζε και μετά από σκληρή δουλειά καμάρωνε τους κόπους του θερίζοντας με το δρεπάνι. Έδενε σε δεμάτια το σιτάρι - γιατί αυτό καλλιεργούσε αρχικά για να κάνει ψωμί -και τα μετέφερε το αλώνι. Εκεί αλώνιζε με τις αρκάνες και ο πολύτιμος καρπός του ήταν έτοιμος για το μύλο. Ο Ελαιοπαραγωγός ξεκινούσε το πρωί προτού ακόμη χαράξει ο ήλιοςΜε την γυναίκα του καβάλα στο γαιδουράκι τραβούσε μέσα στη νύχτα για να φθάσει στο μακρινό χωράφι μέσα από δύσβατα μονοπάτια και άσχημες καιρικές συνθήκες. Με το που φτάνει ανάβει φωτιά για να ζεσταθούνε τα χέρια από την πρωινή πάχνη και μαζεύουν τις ελιές που έχουν πέσει από το δένδρο (κούκουρα) και μπαίνουν σε σακί για βιομηχανικό λάδι. Μετά απλώνουν τα δίχτυα και το έργο αναλαμβάνει ο Ραβδιστής με την δέπλα και οι Μαζώχτρες. Αφού μαζευτούνε οι ελιές η διαλογή από τα φύλλα γίνεται πετώντας τις ελιές σε συγκεκριμένο σημείο κόντρα στο αέρα (σήμερα η διαλογή γίνεται στις μηχανές). Ε ν συνεχεία οι ελιές μπαίνουν σε σακιά και με τα μουλάρια γαιδουράκια βγαίνουν στη δημοσιά απ όπου τις παίρνει το φορτηγό και καταλήγουν στα αμπάρια του ελαιοτριβείου. Την πολτοποίηση της ελιάς αναλαμβάνουν οι δύο μεγάλοι τροχοί του Ελαιοτριβείου και στη συνέχεια το πολτό οι εργάτες τον βάζανε σε χοντρά σακιά και στη συνέχεια τα τοποθετούσαν στη πρέσα απ όπου έβγαινε ο λιόσμος από εκεί στην φυγόκεντρη μηχανή και επιτέλουςΤο ευλογημένο λάδι. Το λάδι μέσα σε μεταλλικά δοχεία με κάρο η τρίκυκλη μοτοσικλέτα έφθανε στο σπίτι και κατέληγε στα κιούπια .Η παραγωγή ελιάς στα χωράφια ήταν σε μόδια και του λαδιού σε οκάδες. Η επινοικίαση του χωραφιού για μάζεμα λεγότανε (κισίμ)και ο επινοικιαστής κισιμτζής.Η μπουρού ήταν το ρόλόι των χωριανών στα χωράφια ήχος ίδιος με το καράβι (μεσημέρι ,σχόλασμα) που έβγαινε από τα ελαιοτριβεία Πολιχνίτου Βρύσσας.

Μυλωνάς

Στο μυλωνά πήγαιναν οι γεωργοί το σιτάρι της παραγωγής τους και εκείνος το έριχνε ανάμεσα στις πέτρες, που λειτουργούσαν σαν πρέσα. Έτσι το σιτάρι αλεθόταν και έβγαινε το αλεύρι και από την άλλη το πίτουρο. Με το αλεύρι έφτιαχνα οι νοικοκυρές τα γλυκά τους ,άπλωναν φύλλο ζύμωναν ψωμί κ.α. Η αλευρομηχανή ήτανε απέναντι από του Σπακουρή το σπίτι. Ο μυλωνάς έχει αντικατασταθεί από μεγάλες βιομηχανίες, που κάνουν μαζικές παραγωγές.
Φούρναρης

Ζυμωτό αγνό ψωμί θα βρει κανείς σήμερα μόνο σε κάποιο χωριάτικο φούρνο, όπου κάποια παλιά νοικοκυρά συνεχίζει να επιλέγει τα υλικά της παρασκευής του (αγνό αλεύρι, όχι άλλες χημικές προσμείξεις, όχι πρόσθετα υλικά για να φουσκώσει) και να το ψήνει στο φούρνο της αυλής. Οι παραδοσιακοί φούρνοι στις γειτονιές, που κατασκεύαζαν χειροποίητο ζυμωτό ψωμί για τους πελάτες τους έσβησαν πια. Μηχανήματα νέας τεχνολογίας, τα οποία διευκολύνουν τη δύσκολη δουλειά του φούρναρη, έχουν αντικαταστήσει τις ξύλινες σκάφες και τα άλλα του σύνεργα του Φούρναρη. Στο Πολιχνίτο υπάρχουν ακόμα φούρνοι που βγάζουν λευκό η ημίλευκο (χάσκου) που μέχρι να πάει στο σπίτι έχει φαγωθεί ένα μέρος από την περιφέρεια του. Την Κυριακή φτιάχνανε το κουλούρια σιμίτια που πουλιότανε όταν τελείωνε η εκκλησία . Οι φούρνοι έκαιγαν ξύλα η λιόκλαρα και το ψωμί έβγαινε πεντανόστιμο καθώς και τα φαγητά η γλυκά.

Βοσκός

Είναι κι αυτή μια πανάρχαια ασχολία του ανθρώπου, μόνο που η εποχή του βοσκού, ο οποίος με τη βαριά κάπα του, την γκλίτσα και τη φλογέρα του συνόδευε το κοπάδι του στις ραχούλες και στις πεδιάδες, έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Οι μεγάλες κτηνοτροφικές μονάδες είναι σύγχρονες εγκαταστάσεις, που παρέχουν στα ζώα (κότες, αιγοπρόβατα, βοοειδή, γουρούνια) τεχνητές συνθήκες ανάπτυξης. Ελάχιστους βοσκούς θα συναντήσει κανείς στην ύπαιθρο και κανένας νέος δεν ακολουθεί το πατροπαράδοτο επάγγελμα.

Αργαλειός της υφάντρας

Ο αργαλειός είναι μια μεγάλη ξύλινη διάταξη (τέσσερις κάθετοι στύλοι σε παραλληλόγραμμο σχήμα αποτελούσαν τη βάση του), που τα παλαιότερα χρόνια ήταν στημένος σε ειδικό δωμάτιο του σπιτιού και ύφαιναν σε αυτόν διάφορα υφάσματα. Στο Πολιχνίτο ο αργαλειός (κρεβατή) γνώρισε μεγάλη ακμή τα παλιά χρόνια και μ αυτόν φτιάχνανε οι γυναίκες την προίκα (χαλιά, κουβέρτες,καρπετιά,τσόλια,τρουβάδες κ.α. .

Κεντήστρα

Το παραδοσιακό κέντημα διακρίνεται για την ποικιλία των θεμάτων του και την προσκόλλησή του στη Βυζαντινή παράδοση. Οι νέες κοπέλες μάθαιναν τις διάφορες βελονιές της κεντητικής, για να κεντήσουν τα προικιά τους. Χαρακτηριστικό είδος είναι ο τσεβρές Τα παλιά κεντήματα μοιάζουν με πίνακες ζωγραφικής Το κέντημα η το βελονάκι γινόταν κοντά στο τζάκι από παρέες γυναικών η το καλοκαίρι στις εξώπορτες των σπιτιών μαζί με την αφλουγή.. Τα χειροποίητα κεντητά προικιά έχουν πια αντικατασταθεί από βιομηχανοποιημένα. Μερικές γυναίκες, όμως, συνεχίζουν να κεντούν εργόχειρα με αμοιβή για όσους τα επιθυμούν.

Παπλωματάς

Στο εφαπλωματοποιείο φτιάχνονταν παπλώματα. Χρησιμοποιούσαν μαλλί ή βαμβάκι, για να γεμίσουν μια μεγάλη σακούλα από ύφασμα στο μέγεθος του κρεβατιού. Στη συνέχεια με ειδικές μηχανές ραψίματος έκαναν γαζιά πάνω στο ύφασμα δημιουργώντας σχέδια. Υπήρχε μεγάλη ποικιλία σχεδίων και μπορούσε να διαλέξει κανείς αυτό που του άρεσε για το δικό του πάπλωμα. Διόρθωναν επίσης και παλιά παπλώματα προσθέτοντας καινούριο μαλλί ή βαμβάκι και κατασκεύαζαν μαξιλάρια σε διάφορα μεγέθη.

Ράφτης

Σπουδαίος δημιουργός αντρικών κουστουμιών ήταν ο ράφτης. Στο μικρό μαγαζί του υπήρχαν τόπια υφασμάτων αραδιασμένα στα ράφια σε ποικίλα χρώμα και σχέδια, μια μηχανή ραψίματος και ένα παραβάν για τις πρόβες. Πάνε αρκετά χρόνια που το έτοιμο βιομηχανοποιημένο κοστούμι έχει αντικαταστήσει το χειροποίητο έργο του ράφτη. Ο ράπτης με την μιζούρα έπαιρνε τα μέτρααπό το σώμα και σε δύο ρις πρόβες αφού σημάδευε με την κιμωλία και καρφίτσες το υπό κατασκευή κουστούμι ολοκλήρωνε το έργοτου και το φορούσες μπροστά σε ένα μεγάλο καθρέπτη. Το καλύτερο ύφασμα για κουστούμι ήταν το αγγλικό κασμίρι...Θυμάμαι...13χρονος...πήγα στον ράφτη να ράψω κουστούμι...για τις Κυριακές στη εκκλησία!!! πόσο άσχημα αισθάνθηκα όταν άρχισε να μου παίρνει μέτρα,,, να μετρά πόδια...να μέτρα μέση...να μετρά διάφορα...να και το χέρι.. από κάτω στο κάβαλο!!!! κοκκίνισα εγώ...και ήρθε...και η ώρα της κρίσιμης ερώτησης!!!! Για πες μου αγόρι μου....που τα βολεύεις???? Κόκαλο εγώ!!! τι πράμα τόλμησα να ρωτήσω?? Που τα βάζεις!!! συνεχίζει...αυτός...Να μην καταλαβαίνω εγώ!!! ποια...να λέω...Να ντρέπεται αυτός!!!!(Πουριτανοί...εκείνη την εποχή...οι μεγάλοι...κωθώνια οι μικροί...που να ξέρω ότι παίζει ρόλο η θέση) Απηύδησε λοιπόν...και αφού κοκκίνισε...και έγινε σαν παντζάρι...γυρνά και μου λέει:Τ"ΑΡΧ@@ΙΑ ΣΟΥ....ΡΕ ΜΑΠΑ.....Κόκαλο...εγώ...Αχ και να άνοιγε η γη να με κατάπινε!!!! Σορυ για την πολυλογια!!! Βαρελάς
Το επάγγελμα του βαρελά είναι μία τέχνη πολύ παλιά. Κατασκευάζει ξύλινα βαρέλια που δένονται ανά διαστήματα με μεταλλικά στεφάνια. Έχουν διάφορα μεγέθη και χρησιμοποιούνται για την αποθήκευση και μεταφορά τροφίμων και υγρών, όπως λάδι, κρασί, κ.α.

Πλανόδιος γανωτής – ακονιστής

Η φωνή του πλανόδιου γανωτή δεν ακούγεται πια στις γειτονιές. Κουβαλώντας έναν ποδοκίνητο τροχό στον ώμο και κρατώντας μια τσάντα με μερικά σύνεργά του στο χέρι προσκαλούσε τις νοικοκυρές να του φέρουν μαχαίρια για ακόνισμα και οικιακά σκεύη για γάνωμα. Έβαζε στον τροχό του τη λάμα του μαχαιριού, την ακόνιζε και την έκανε κοφτερή σαν ξυράφι. Άλλοτε έστησε την γκαζιέρα του, έλιωνε τον κασσίτερο και γάνωνε κουταλομαχαιροπίρουνα και κατσαρόλια. Ζητούσε όμως τη βοήθεια της νοικοκυράς: μια λεκάνη με κρύο νερό, στην οποία βουτούσε τα σκεύη που γάνωνε και λαμπύριζαν στον ήλιο. Υπήρχε στο χωριό και μαγαζί Γανωτάδικο που είχε ένα μεγάλο φυσερό χειροκίνητο για να δυναμώνει την φωτιά και εκεί γανώνανε τα καζάνια τα ταψιά τα σνιά και τα τετζέρια.

Σιδεράς

Ο σιδεράς έπαιρνε στο εργαστήρι του κομμάτια ή παλιά εξαρτήματα από σίδερο και με την επιδεξιότητά του και τα εργαλεία του κατασκεύαζε διάφορα αντικείμενα, όπως: πέταλα για άλογα, γεωργικά εργαλεία (τσάπες, δρεπάνια, υνιά), καρφιά και εξαρτήματα κάρων (=αμάξι φορτηγό). Ο σιδεράς με το καμίνι, το φυσερό, το αμόνι και αρκετά άλλα εργαλεία για ειδικές εργασίες (κοπίδια, ψαλίδια κ.α.) δεν υπάρχει πια. Χρησιμοποιείται ο ίδιος όρος αλλά για έναν τεχνίτη τελείως διαφορετικό, ο οποίος προσάρμοσε την τέχνη του στις ανάγκες της σημερινής ζωής. Αγοράζει έτοιμες βέργες σιδήρου και συναρμολογεί πόρτες, παράθυρα, κάγκελα χρησιμοποιώντας την ηλεκτροκόλληση.

Πεταλωτής

Ένα επάγγελμα που ανήκει στο παρελθόν. Το εργαστήρι του, το πεταλωτήριο, ήταν χώρος, όπου φρόντίζε τις οπλές (νύχια) των αλόγων. Κατασκεύαζε συνήθως μόνος του τα πέταλα, για να αποφεύγεται η φθορά που ερχόταν με τον καιρό στα νύχια των αλόγων. Τα πέταλα ήταν φτιαγμένα από σφυρηλατημένο σίδηρο. Αγόραζε σίδηρο σε ράβδους, το πύρωνε στη φωτιά και το επεξεργαζόταν μέχρι να του δώσει το σχήμα των οπλών του κάθε αλόγου. Η τοποθέτηση γινόταν με καρφιά στα νύχια των αλόγων. Πεταλωτήριο υπήρχε απέναντι από το παλιό Γυμνάσιο . Η διαδικασία του πεταλώματος ήταν ως εξής: το αφεντικό του αλόγου η μουλαριού η γαιδάρου κράταγε ένα τα πόδια του ζώου ο πεταλωτής έκοβε με ειδικό μαχαίρι τα μεγάλα νύχια με προσοχή να μην το πληγώσει και εν συνεχεία κάρφωνε τα πλατυκέφαλα καρφιά πάνω στο πέταλο της οπλής του ζώου. Επειδή όμως μιλάμε για ζώο που δύσκολα το κρατάς έριχνε καμιά φορά την κλοτσιά του και σφράγιζε με το καινούργιο πέταλο τον πισινό του αφεντικού του. Τότε γινότανε το έλα να δεις φασαρία μεγάλη προς τέρψιν των μαθητών του γυμνασίου που κολλημένοι στα τζάμια παρά τις εκκλήσεις των καθηγητών ξεκαρδιζόμασταν στο γέλιο μέχρι δακρύων.Σήμερα, βέβαια, δεν υπάρχουν πεταλωτήδες, αφού εδώ και χρόνια τα άλογα δεν χρησιμοποιούνται ως μεταφορικό μέσο.

Σαμαράς

Συμπλήρωνε με την τέχνη του τις ανάγκες της καθημερινότητας σε παλιότερες εποχές, όταν οι άνθρωποι μετακινούνταν για τις δουλειές τους σε μικρές ή μεγαλύτερες αποστάσεις με γαϊδουράκια, άλογα ή μουλάρια. Κατασκεύαζε, λοιπόν, το σαμάρι, μια βάση για κάθισμα στην πλάτη του ζώου ή για τοποθέτηση άλλων αντικειμένων για μεταφορά. Το σαμάρι “αγκάλιαζε” τη ράχη του ζώου με ένα μαλακό σακί -υφασμάτινο από την πλευρά που ακουμπούσε το δέρμα του ζώου και δερμάτινο από την άλλη, γεμάτο μαλακό άχυρο - ενώ επάνω σε αυτό έμπαινε η ξύλινη κατασκευή του σαμαρά. Αριστερά και δεξιά υπήρχαν σχοινιά για να δένεται το φορτίο και από κάτω ήταν η ζώνη(μεσιά) που δενόταν το σαμάρι στην κοιλιά του ζώου. Ακόμη υπήρχε το καπίστρι στο κεφάλι του ζώου στολισμένη με πολύχρωμες χάντρες.

Τσαγκάρης

Ο τσαγκάρης είναι ένα παμπάλαιο επάγγελμα, αφού αυτός κατασκεύαζε τα υποδήματα. Το εργαστήρι του ήταν μια “τρύπα” κυριολεκτικά και εκεί καθισμένος μπροστά στον πάγκο του, χωμένος ανάμεσα σε δέρματα και κόλλες, κατασκεύαζε ό,τι επιθυμούσε ο πελάτης. Πριν από δύο- τρις δεκαετίες υπήρχαν στο χωριό μας τέτοιοι καταπληκτικοί τεχνίτες υποδημάτων, οι οποίοι είχαν λίγη αλλά εκλεκτή πελατεία. Μερικοί ηλικιωμένοι κύριοι ή κυρίες τους έδιναν παραγγελία για ένα ζευγάρι παπουτσιών κατά εποχή, αφού διάλεγαν το καταλληλότερο δέρμα, συνήθως από πολύ μαλακό σεβρό (κατσικάκι). Η διαδικασία κατασκευής ενός ζευγαριού παπουτσιών ήταν ως εξής: σε ένα κομμάτι σκληρού δέρματος έβαζες το δεξί και μετά το αριστερό πόδι και ο τσαγκάρης με ένα μολύβι σχημάτιζε την περίμετρο της κάθε πατούσας. Εν συνεχεία έκοβε το δέρμα πάνω στο καλαπόδι και αφού κάρφωνε την πατούσα(σόλα) τράβαγε ένα γάζωμα με τζαγκαρόσπαγκο. Αφού κάρφωνε το πίσω μέρος (τακούνι) έβαζε και τέσσερα πέταλα ένα στο μπροστινό μέρος του παπουτσιού και τρία στο πίσω μέρος τακούνι. Μετά το βάψιμο μαύρο η καφέ ήταν έτοιμα για την πρόβα. Αν σου κτύπαγαν στο πόδι (φουσκάλα) στα άνοιγε λίγο με ειδικό καλαπόδι. Ο τσαγκάρης ήταν και επιδιορθωτής, αφού ενίσχυε τις σόλες των παπουτσιών, τα τακούνια ή γάζωνε κάποια ξηλωμένα σημεία των παπουτσιών και χτυπούσε κανένα καρφί που έβγαινε στην πατούσα που σου πλήγωνε το πόδι και έσχιζε τις κάλτσες.Για καθημερινό φτωχικό υπόδημα ήταν και τα τσόκαρα υποτιμητικά για αυτόν η αυτήν που το φορούσε αλλά στα Μπάνια ΄τα φόραγαν όλοι για να πάνε στην χαβούζα και να μη γλιστρήσουνε. Η κατασκευή τους απλή ξύλινη πατούσα και πετσί καρφωμένο από τις δύο πλευρές γιά να μπαίνει το πόδι.Παρ’ όλο που ο τσαγκάρης ως επιδιορθωτής παπουτσιών είναι πολύ χρήσιμος, το επάγγελμα φθίνει συνεχώς και όσα τέτοια εργαστήρια υπάρχουν ανήκουν σε ηλικιωμένους τεχνίτες. Κανένας νέος δεν επιθυμεί να μάθει την τέχνη του τσαγκάρη, αφού η κύρια εργασία του ως κατασκευαστή υποδημάτων έχει εκλείψει. Έχει αντικατασταθεί από μεγάλες βιομηχανίες υποδημάτων, οι οποίες προσφέρουν στην αγορά μεγάλες ποσότητες τους είδους σε ποικίλα σχέδια και χρώματα σύμφωνα με τις επιταγές της μόδας και τη βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίας.

Λούστρος

Επαγγελματίας λούστρος ήταν αυτός που περιφέρονταν σε διάφορα στέκια του χωριού -καφενεία, καταστήματα, υπηρεσίες και διάφορα σημεία των δρόμων- και έβαφε τα παπούτσια των πελατών του. Ο εξοπλισμός που διέθετε ήταν ένα ξύλινο κασελάκι (κιβώτιο), που στις πλαϊνές του θήκες είχε τις μπογιές των παπουτσιών, τις βούρτσες και ό,τι άλλο χρειαζόταν ο λούστρος για τον καθαρισμό και το γυάλισμα των παπουτσιών. Το κασελάκι αυτό με ένα μακρύ, γερό, δερμάτινο λουρί κρεμιόταν στον ώμο του ιδιοκτήτη, ο οποίος στο άλλο χέρι κρατούσε κι ένα μικρό καρεκλάκι. Αυτή ήταν όλη η περιουσία του λούστρου, που την μετέφερε εύκολα από το ένα στέκι στο άλλο. Ο πελάτης τοποθετούσε το πόδι του στο κέντρο του κιβωτίου, πάνω σε μια μπρούντζινη υπερυψωμένη βάση σε σχήμα παπουτσιού. Και ο λούστρος άρχιζε τη δουλειά του με γρήγορες κινήσεις: καθάρισμα, βάψιμο, γυάλισμα (Πρώτα του ενός παπουτσιού, ύστερα του άλλου). Μάλιστα πριν χρησιμοποιήσει τη μπογιά του τοποθετούσε δυο κομμάτια χαρτόνια στα πλαϊνά του παπουτσιού, ώστε να μη λερώσει τις κάλτσες του πελάτη του. Το επάγγελμα βέβαια έχει εκλείψει σήμερα, μετά τις τόσες εύκολες βαφές παπουτσιών που κυκλοφορούν στο εμπόριο και μπορεί ο καθένας να βάψει εύκολα τα παπούτσια του.

Καλαθάς

Είναι ο τεχνίτης που πλέκει καλάθια ,πανέρια και κοφίνια . Τα υλικά που χρησιμοποιούσαν είναι κλαδιά ιτιάς, λυγαριάς και καλαμιάς. Το καλάθι αποτελείται από το σκελετό, που σχηματίζεται από τις στερεότερες βέργες, και γύρω από αυτόν πλέκονται σε διάφορα σχέδια λεπτότερες βέργες και πιο ευλύγιστες. Συνήθως τα υλικά τα μαζεύουν το καλοκαίρι και το φθινόπωρο και, για να μην αλλοιωθεί το χρώμα τους, τα βρέχουν με νερό, τα συντηρούν με λινάτσα βρεγμένη και τα πλέκουν βρεγμένα. Με το καλάθι μετέφεραν ελιές, τρόφιμα, καρπούς, λαχανικά.

Ψαθάς

Με τα ροζιασμένα χέρια του, που είχαν σκληρύνει από το πλέξιμο της ψάθας, κατασκεύαζε αριστουργήματα. Μπορούσε να δουλεύει το ψαθί με ένα τελάρο σαν αργαλειό όρθιου τύπου ή να το πλέκει χωρίς αυτό, καθισμένος ανακούρκουδα σε μια δροσερή γωνιά της αυλής. Η ψάθα του χρησιμοποιούνταν για καλοκαιρινό στρωσίδι στο δάπεδο ή για σκιά σε κάποιο κιόσκι. Η φωνή του Ψαθά δεν ακούγεται πια στις γειτονιές, που γύριζε για να πάρει παραγγελίες.

Καρεκλάς

Πριν το πλαστικό υλικό εισχωρήσει στη ζωή μας και αντικαταστήσει σκεύη, αντικείμενα και έπιπλα, ο καρεκλάς κατασκεύαζε ψάθινες καρέκλες πλέκοντας με τα επιδέξια χέρια του το τετράγωνο κάθισμα πάνω σε ξύλινο σκελετό, που αγόραζε από το μαραγκό. Έκανε τη δουλειά του στην αυλή του σπιτιού του ή στο πεζοδρόμιο μπροστά από το σπίτι του, καθώς η τέχνη του δεν απαιτούσε εργαλεία αλλά μόνο το υλικό. Συχνά περιδιάβαινε τις γειτονιές και διαφήμιζε την τέχνη του, αφού επισκεύαζε και κατεστραμμένες καρέκλες. Τότε μπορούσε να σταματήσει σε οποιαδήποτε αυλή και να εργαστεί για τον πελάτη. Σήμερα αυτοί οι τεχνίτες έχουν εκλείψει, αφού κανείς δεν αγοράζει τέτοιες καρέκλες.

Παγοπώλης

Ένα μικρό εργοστάσιο που παράγει κολόνες πάγου συνεχίζει να εξυπηρετεί κάποιες λίγες σημερινές ανάγκες. Η παραγωγή του ήταν πολλαπλάσια πριν πενήντα περίπου χρόνια, όταν εφοδίαζε τα ψυγεία των σπιτιών. Χρόνο με το χρόνο, όμως, τα ψυγεία αντικαταστάθηκαν από τα ηλεκτρικά και ο παγοπώλης δεν περνά πλέον με το κάρο του από τις γειτονιές για τη διανομή του πάγου. Δίνει όμως τις παγο κολόνες του στα ψαράδικα για τη συντήρηση των ψαριών.

Καρβουνιάρης

Από το μαυρισμένο μικρό μαγαζί του έβγαινε βόλτα στις γειτονιές φορτωμένος με ένα τσουβάλι γεμάτο κάρβουνο στην πλάτη η πυρήνα. Το πουλούσε για το άναμμα του τζακιού ή μαγκαλιού. Ακόμα πουλούσε το δαδί για προσάναμμα .

Καφετζής

Το παραδοσιακό καφενείο ήταν χώρος συγκέντρωσης αποκλειστικά των ανδρών, που συγκεντρώνονταν μετά τη δουλειά, για να ξεκουραστούν συζητώντας μαζί με τους φίλους τους τα θέματα της επικαιρότητας και απολαμβάνοντας τον καφέ τους, το ουζάκι τους ή το γλυκό τους. Λειτουργούσε από τις πρωινές ώρες μέχρι αργά το βράδυ. Ενώ σε μια γωνιά οι συζητήσεις και οι διαφωνίες πάνω σε διάφορα θέματα έδιναν και έπαιρναν, σε κάποια άλλη γωνιά του άλλοι απολάμβαναν τους παραδοσιακούς μεζέδες με το ούζο τους και οι φανατικοί της τράπουλας είχαν ήδη επιδοθεί στο αγαπημένο τους παιχνίδι (μπιλότ-πρέφα). Ο καφές, που έβραζε πάνω στη χόβολη (=στάχτη από κάρβουνα) σε μπρούντζινα μπρίκια και ανακατευόταν με ξύλινο κουταλάκι, πάντα φρεσκοκομμένος, μοσχομύριζε. Το καφενείο, εκσυγχρονισμένο εξακολουθεί να έχει τους φανατικούς πελάτες του.

Οργανοπαίχτης

Είναι γνωστό ότι η μουσική συνόδευε πάντοτε όλες τις εκδηλώσεις της ανθρώπινης ζωής, από τις καθημερινές και επαγγελματικές στιγμές μέχρι και αυτές της οικογενειακής ζωής. Ο αυλός, η λύρα, το τύμπανο έδιναν την απαραίτητη μουσική υπόκρουση στις διονυσιακές τελετές. Στο χωριό μας υπήρχαν πολλοί και καλοί οργανο-παίχτεςκαι παράλληλα τραγουδιστές (Ησαίας, Μπούνατσος,Βγενάς…..).Τα όργανα που έπαιζαν (βιολί, ακορντεόν, κιθάρα, μπουζούκι, κρουστά …). Δάσκαλος μουσικής και καλός τρομπετίστας (Παπαχίου). Τα παλιά καλά χρόνια υπήρχαν στο χωριό το λιγότερο δύο συγκροτήματα που έπαιζαν πού και πού σε δημόσιους χώρους, σε γιορτές, χορούς, κέντρα, γάμους(τους νεόνυμφους από το σπίτι στην εκκλησία) ή άλλες εκδηλώσεις.

Πλανόδιος φωτογράφος

Πριν η φωτογραφική μηχανή εξελιχθεί με τη πρόοδο της τεχνολογίας σε τόσα πολλά και εύχρηστα μοντέλα, με τα οποία σήμερα μικροί και μεγάλοι απαθανατίζουν ποικίλα θέματα, ο πλανόδιος φωτογράφος ήταν περιζήτητος σε γάμους, οικογενειακές φωτογραφίσεις, επιδείξεις (Δημοτικό-Γυμνάσιο), παρελάσεις, εκδρομές, θεατρικές παραστάσεις, χορούς ,γιορτές. Στο χωριό μας τα παιδιά μικρά τα έβγαζαν φωτογραφία γυμνά όρθια η στο πλάι πάνω σε ντιβάνι με μαξιλάρια σαν φόντο να κάθονται σε καρέκλα η μπροστά από κάποια εξώπορτα. Μέσα από αυτές τις φωτογραφίες βλέπουμε τον Πολιχνίτο του χθες την αρχοντιά του χωριού την δύσκολη ζωή των κατοίκων την ανεμελιά των νέων την κοινωνική τους ζωή .
Ντελάλης

Ήταν διαλεγμένος για την βροντερή φωνή του και δουλειά του ήταν να γυρίζει στις γειτονιές και να ενημερώνει τους πολίτες για κάποιο νέο. Προσπαθούσε να πολλαπλασιάσει τη δύναμη της φωνής του σχηματίζοντας με την παλάμη του ένα χωνί κοντά στο στόμα του. Πάντως όλοι σταματούσαν τις δουλειές τους, για να τον ακούσουν, αφού γνωστοποιούσε διαταγές των τοπικών αρχών ή άλλα ενδιαφέροντα νέα.

Πραματευτής

Πεζός με ένα μακρόστενο καλάθι στο χέρι, αλλά πιο συχνά καβάλα στο γαϊδουράκι του φορτωμένο με δύο ντουλαπάκια, γύριζε στις γειτονιές και διαλαλούσε την πολύ χρήσιμη στις νοικοκυρές πραμάτεια του: κορδέλες, κλωστές απλές ή μεταξωτές, κουμπιά και πολλά άλλα μικροαντικείμενα. Οι ημέρες της εβδομάδας ήταν μοιρασμένες στις γειτονιές, αλλά επισκεπτόταν και γειτονικά χωριά μεγαλώνοντας την πελατεία

Ομπρελάς

Τα χρόνια που οι άνθρωποι δεν είχαν την πολυτέλεια να αγοράζουν καινούργια πράγματα και κάθε τι που χαλούσε ή πάλιωνε, το διόρθωναν και το συντηρούσαν, υπήρχε και το επάγγελμα του ομπρελά. Πρακτικός τεχνίτης ο ομπρελάς κουβαλούσε μαζί του παλιές μισο-χαλασμένες ομπρέλες από τις οποίες έπαιρνε τα ανταλλακτικά που του χρειάζονταν. Γύριζε πόλεις και χωριά και διόρθωνε μ’ αυτά τις χαλασμένες ομπρέλες. Για εργαλεία του είχε μια τανάλια, ένα ψαλίδι, μια πένσα και σύρμα. Μ’ αυτά και με τη φαντασία του έκανε θαύματα.

Καστανάς

Ο Καστανάς ήταν εποχιακό επάγγελμα. Ξεκινούσε τη δουλειά του στις αρχές του Φθινοπώρου και δούλευε μέχρι το τέλος του Χειμώνα. Μόλις έπιαναν τα πρωτοβρόχια ο Καστανάς ετοίμαζε τη Φουφού, προμηθεύονταν τα κάστανα κι έπιανε τη γωνιά κάποιου πολυσύχναστου δρόμου. Η Φουφού (φορητό μαγκάλι) ήταν τσίγκινη και στρογγυλή, χωρισμένη συνήθως σε τρία μέρη, όπου τοποθετούσε κατά μέγεθος τα κάστανα. Κάθε μέγεθος και διαφορετική τιμή. Μέχρι να πυρώσει η φωτιά, χαράκωνε μ’ ένα μαχαίρι τα κάστανα και ύστερα τα ΄ρίχνε στη Φουφού να ψηθούν. Τα κάστανα ήταν συνήθως από την Αγιάσο. Καθισμένος σ΄ ένα χαμηλό σκαμνάκι ο Καστανάς περίμενε την πελατεία του σκαλίζοντας τη φωτιά. Μόλις άρχιζαν να σκάζουν τα κάστανα, έπιανε τη μασιά και τα γύριζε απ’ την άλλη μεριά. Αφού ψήνονταν τα απομάκρυνε από τη Φουφού. Έπιανε τότε την τσιμπίδα ο Καστανάς και γέμιζε το χωνάκι που είχε φτιάξει από παλιές εφημερίδες.

Χαλβατζής

Θυμάστε τον χαλβατζή στα πανηγύρια συνήθως Αγιασιότες με τα πτάρια, τα μικρά με σουσάμι και τα μεγάλα με πολύχρωμες μικρές καραμελίτσες. Το χαρακτηριστικό του κάλεσμα… Να χαλβάς !!!!

Σαλεπιτζής

Ο Σαλεπιτζής με την φουφού και την σαλαπιέρα του έφτιαχνε το ζεστό με κανέλα σαλέπι ειδικά τις κρύες μέρες του χειμώνα.

Εισπράκτορας

Ο εισπράκτορας των λεωφορείων ανέβαζε τα καλάθια η τις βαλίτσες στην οροφή του λεωφορείου τα σκέπαζε με το δίχτυ η το μουσαμά, εν συνεχεία με το ξεκίνημα έκοβε τα εισιτήρια ανάλογα τον προορισμό και την ηλικία (παιδικό- εδώ γινότανε παζάρι). Τι παιδικό αυτός έβγαλε μουστάκι!!!!! Μοίραζε σακούλες στις μεγάλες στροφές. Και ήταν να μη γίνει η αρχή !!!! Το κάπνισμα στο λεωφορείο δεν απαγορευότανε και τα σταχτοδοχεία ήταν γεμάτα…οπότε έφτιαχνες κεφάλι μέχρι να φθάσεις στον προορισμό σου.

Παγωτατζής

Πάνω στο τρίκυκλο ποδήλατο διαφήμιζε το καλό παγωτό (κρέμα, σοκολάτα, πύραυλο, λεμόνι …)

Φιστικάς

Πουλούσε φιστίκια ,στραγάλια ,πασατέμπο, ηλιόσπορο σε μικρά χάρτινα φακελάκια.

Μαλλάκι τις γριούλας

Το πουλούσανε συνήθως στα πανηγύρια και ήτανε τυλιγμένο πάνω σε ένα ξυλάκι.

ΤΟΥΛΟΥΜΑΤΖΗΔΕΣ

...που ήταν από δέρμα κατσίκας η πρόβατουκαι μετέφεραν λάδι η κρασί.

ΦΑΝΑΡΑΔΕΣ Η ΦΑΝΑΡΤΖΗΔΕΣ

...που έφτιαχναν λαδο-φάναρα, γκαζιέρες, λυχνάρια μαγκάλια....

ΣΑΠΟΥΝΟΠΟΙΟ

Αυτός γυρνούσε στις γειτονιές και μάζευέ τα παλιόλαδα και εις αντάλλαγμα έδινε Ντόπια σαπούνια.

ΑΡΚΟΥΔΙΑΡΗ

Υπήρχε και ο αρκουδιάρης....συνήθως γύφτος όπου περνούσε με την θεόρατη αρκούδα...σταματούσε σε κάθε γειτονιά...και έβαζε την αρκούδα να δίνει παράσταση...λέγοντας της να κάνει πως βάζει κραγιόν η Βουγιουκλάκη...πως χαμουρεύεται ο κύριος με την κύρια...πως φιλιούνται....κλπ...

Μοδίστρα - Μανταρίστρα

Η μοδίστρα έραβε τις γυναίκες τα υφάσματα που αγόραζαν στην μόδα τις εποχής βγάζοντας το πατρόν σε χαρτί ριζόχαρτο και στη συνέχεια έκοβαν το ύφασμα και το γάζωναν στη ραπτομηχανή. Η μανταρίστρα ήταν ειδική για νάιλον κάλτσες γυναικείες....έβαζε την κάλτσα σε ένα σαν ποτήρι επανω,,, και με ένα βελόνι διόρθωνε τον βγαλμένο πόντο!!!

Πλανόδιος ψαράς

...με το τεράστιο πανέρι γεμάτο ψαριά...Άντρακλας...ο ψαράς...ο κυρ Αντρέας...και κάθε φορά που περνούσε...από την πάροδο......η κυρα Ευτέρπη....από την γωνία....του φώναζε με την ναζιάρικη φωνή του!!!Καλε κυρ Αντρέα....κατέβασε τα καλέ να τα δούμε τι έχεις!!!!

Ο Μασίστας
Ο μασίστας συνήθως έδινε παράσταση στην κεντρική πλατεία του χωριού σπάζοντας μεγάλες πέτρες στο κεφάλι του με την βαριά, λυγίζοντας σίδερα, σπάζοντας αλυσίδες, καρφώνοντας πρόκες σε ξύλο με το χέρι του, να του πετάνε ξιφολόγχες στην κοιλιά από ύψος, να σέρνει φορτηγά με τα δόντια, να τον πατάνε φορτηγά, να σχίζει τράπουλες……Ξακουστά ονόματαΣαμψών, Τζίμ Λόντον ….

Ακροβάτης

Ο ακροβάτης έμπαινε μέσα σε μια ξύλινη κατασκευή ημικυκλική που στο πάνω μέρος ήταν ο κόσμος και έβλεπε κάτω. Η κατασκευή λεγότανε ο ΓΎΡΟΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ. Ο ακροβάτης ανέβαινε σε μία μοτοσικλέτα και άρχιζε τις περιστροφές με μεγάλη ταχύτητα προς όλες τις διαθέσιμες κατευθύνσεις.

Αγροφύλακας

Φύλακας των αγρών, τοπική ονομασία ΜΠΙΧΤΣΗΣ εκτιμητής ζημιών από πρόβατα η γάιδαρο σε μποστάνια. Γνώμονας των συνόρων στα χωράφια και τις δασικής έκτασης για την περίοδο του κυνηγίου. Ενημέρωνε τον κόσμο για τι καρποφορία έχουν τα μακρινά χωράφια τους.Η Κατράδους στ Τραπυργιά έχ φέτους μαξούλ….

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου